Η Μικρασιατική εκστρατεία

ΟΜΙΛΙΑ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤ. ΠΑΡΑΤΑΞΗΣ “ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ” (2/10/12)

Μικρασιατική Εκστρατεία

Η Ελλάδα, ως νικήτρια χώρα στο πλευρό της Αντάντ κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανταμείφθηκε με παραχώρηση εδαφών από τη Βουλγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, χώρες οι οποίες κατά τη διάρκεια του πολέμου είχαν ταχθεί με τις κεντρικές δυνάμεις.

Απ’ τη Βουλγαρία η Ελλάδα απέσπασε την Δυτική Θράκη, σύμφωνα με την συνθήκη του Νεϊγύ, που απέκοπτε το βουλγαρικό κράτος από άμεση πρόσβαση προς τη Μεσόγειο Θάλασσα.

Επίσης, υπεγράφη η συνθήκη των Σεβρών, σύμφωνα με την οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε στην Ελλάδα όλη την Ανατολική Θράκη -εκτός από την περιοχή της Κωνσταντινούπολης- και τη ζώνη της Σμύρνης στη δυτική Μικρά Ασία.

Αυτό μας οδήγησε στο γνωστό «Μικρασιατικό Πόλεμο» από το 1919-1922 με τα αποτελέσματα που ξέρουμε.

Η Συνθήκη των Σεβρών

Συνθήκη των Σεβρών υπεγράφη στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 στην πόλη Σεβρ (Sèvres) της Γαλλίας, φέρνοντας την ειρήνη ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές και σχετιζόμενες Δυνάμεις1 μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε αποδεκτή από τον σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ΄ ο οποίος προσπαθούσε να σώσει τον θρόνο του, αλλά απορρίφθηκε από το ανεξάρτητο κίνημα των Νεότουρκων. Το κίνημα υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ χρησιμοποίησε αυτή τη διένεξη για να αυτοανακηρυχθεί κυβέρνηση και να καταργήσει την μοναρχία.

Οι βασικοί όροι της συνθήκης ήταν: η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε την κυριαρχία της Μεσοποταμίας (Ιράκ), της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας στην Βρετανία ως προτεκτοράτα της Κοινωνίας των Εθνών, την Συρία και τον Λίβανο στην Γαλλία επίσης ως προτεκτοράτα. Η Χετζάζ (μέρος της σημερινής Σαουδικής Αραβίας) το Κουρδιστάν και η Αρμενία θα γίνονταν ανεξάρτητα κράτη.

Η Βόρεια Ήπειρος ενσωματωνόταν στο ιδρυόμενο Αλβανικό κράτος, ουσιαστικά προτεκτοράτο της Ιταλίας (με επέκταση της συνθήκης του 1914). Τα Δωδεκάνησα παραδόθηκαν στην Ιταλία η οποία συμφώνησε να τα δώσει εκτός από την Ρόδο και το Καστελλόριζο στην Ελλάδα, και αν η Βρετανία έδινε την Κύπρο στην Ελλάδα, τότε (μετά από δημοψήφισμα) θα έδιναν κι αυτά τα νησιά (η συμφωνία ακυρώθηκε από την Ιταλία το 1922).

Στην Ελλάδα παραχωρούνταν τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, και η Θράκη από την οποία η Βουλγαρία παραιτούνταν οριστικά από κάθε δικαίωμά της σε αυτή. Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα.

Τα στενά των Δαρδανελίων και η θάλασσα του Μαρμαρά αποστρατικοποιήθηκαν και έγιναν διεθνής περιοχή, οι Σύμμαχοι απέκτησαν τον οικονομικό έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τέλος, καθορίζονταν η ισότητα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.

Η Σοβιετική Ένωση δεν συμμετείχε και έκανε ξεχωριστή συνθήκη με τους Οθωμανούς. Μετά την επικράτηση των Νεότουρκων, που μετέφεραν την πρωτεύουσα στην Άγκυρα, και την Μικρασιατική Καταστροφή, οι σύμμαχοι αναγκάστηκαν να υπογράψουν νέα συνθήκη (Συνθήκη της Λωζάνης) το 1922, με ευνοϊκότερους όρους για την (πλέον) Τουρκία.

Ωστόσο, δεν ίσχυσε ποτέ, διότι δεν εγκρίθηκε από κανένα κοινοβούλιο των χωρών της Αντάντ, ούτε της Ελλάδος. Ουσιαστικά δεν απέκτησε νομική οντότητα.

Οι εκλογές του 1920

Οι εκλογές του 1920 έχουν το εξής παράδοξο. Ότι ένας πολιτικός που είχε πετύχει τόσα πολλά (έστω κι αν κάποια ήταν στα χαρτιά) έπαθε τόσο συντριπτική ήττα σε εκλογές που τις έκανε ο ίδιος και ενώ είχε επιβάλει καθεστώς ημιδικτατορίας. Τόσο απρόσμενη ήταν η συντριβή του Βενιζέλου, που κάποιοι λένε ότι έχασε εσκεμμένα τις εκλογές, ακριβώς επειδή ήξερε ότι η περιπέτεια στην οποία έχει εμπλακεί η Ελλάδα ήταν αδιέξοδη, για να αφήσει τους άλλους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα και να χρεωθούν την αναπόφευκτη καταστροφή.

Όταν διαβάσεις τις πηγές, βλέπεις ότι η ήττα του Βενιζέλου δεν ήταν και τόσο απρόσμενη. Το μόνο πραγματικά απροσδόκητο γεγονός ήταν ο θάνατος του βασιλιά Αλέξανδρου στις 12 Οκτωβρίου 1920, από το δάγκωμα της μαϊμούς, που έφερε ξανά στο προσκήνιο τον Κωνσταντίνο. Άλλωστε, ο ίδιος ο Βενιζέλος αργότερα έκρινε πως το ασυγχώρητο λάθος του ήταν ότι δεν ανέβαλε τις εκλογές για να διαπραγματευτεί την ανάρρηση του Γεωργίου στον θρόνο.

Θυμίζω ότι όταν το 1917 διώχτηκε από τον θρόνο ο Κωνσταντίνος και επανήλθε ο Βενιζέλος, αποκαταστάθηκε η Βουλή που είχε προκύψει από τις εκλογές του 1915, τις τελευταίες αδιάβλητες, όπου πλειοψηφούσαν οι Φιλελεύθεροι. Ο βίος αυτής της «Βουλής των Λαζάρων» είχε κατ’ επανάληψη παραταθεί με αποφάσεις της κυβέρνησης.

Όμως δεν έχω τα εφόδια να γράψω για τις εκλογές του 1920 ένα πλήρες δοκίμιο. Παίρνω αφορμή από το λεκτικό πυροτέχνημα του Γιανναρά, αφενός για να δώσω έναυσμα για συζήτηση εφόσον υπάρχει όρεξη και για να διορθώσω ένα λάθος που συχνά ακούγεται και στο Διαδίκτυο και μάλιστα έχει φτάσει και στη Βικιπαίδεια.

Το λάθος αυτό (ή ίσως εσκεμμένο ψέμα) είναι ότι στις εκλογές του 1920 το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, το ΣΕΚΕ (πρόγονος του ΚΚΕ) συμμετείχε στην Ηνωμένη Αντιπολίτευση των αντιβενιζελικών. Αυτό είναι μύθος. Το ΣΕΚΕ κατέβηκε αυτόνομα στις εκλογές και οι θέσεις του κόμματος, όπως εκφράστηκαν στον Ριζοσπάστη, ήταν πεντακάθαρες: καταδίκη και των δύο μεγάλων παρατάξεων. Η αλήθεια είναι ότι επειδή τα τρία τελευταία χρόνια κυβερνούσε (ημιδικτατορικά) ο Βενιζέλος ή μάλλον το κόμμα των Φιλελευθέρων, περισσότερα πυρά συγκέντρωνε στην καθημερινή αρθρογραφία του Ριζοσπάστη η βενιζελική παράταξη, κάτι που μετεκλογικά επισημάνθηκε κριτικά (από τον Κορδάτο προς τον διευθυντή του Ριζοσπάστη, τον Πετσόπουλο). Όπως επίσης είναι αλήθεια ότι υπήρχε μια μερίδα, μέσα στο ΣΕΚΕ, που επιθυμούσε τακτική συνεργασία με τους Φιλελεύθερους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στις εκλογές του 1915 η Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης είχε κάνει τακτική συνεργασία με τους αντιβενιζελικούς, εξασφαλίζοντας δύο έδρες, τον εβραίο Αλβέρτο Κουριέλ και τον κερκυραίο (αλλά κάτοικο Θεσσαλονίκης τότε) Αριστοτέλη Σίδερη. Οι βουλευτές αυτοί αργότερα, όταν η Βουλή του 1915 «νεκραναστήθηκε», αποτέλεσαν την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του ΣΕΚΕ, ωστόσο δεν είναι σωστό αυτό που γράφεται, είτε για τον ένα είτε για τον άλλο, ότι ήταν «ο πρώτος κομμουνιστής βουλευτής», αφού ήταν κομμουνιστές avant la lettre και αφού ήταν πρώτοι από κοινού.

Πριν από τις εκλογές του 1920, και οι φιλελεύθεροι και οι Ηνωμένοι έκαναν δελεαστικές προτάσεις προς τους σοσιαλιστές του ΣΕΚΕ. Οι απερχόμενοι σοσιαλιστές βουλευτές, Σίδερης και Κουριέλ, πρότειναν τη σύμπραξη με τους Φιλελευθέρους, που υπόσχονταν 3-5 έδρες, αλλά το κόμμα τελικά, σε έκτακτο συνέδριο τον Σεπτέμβριο του 1920 απέρριψε την πρόταση. Έτσι, το ΣΕΚΕ κατέβηκε αυτόνομα στις εκλογές, αλλά κατέβασε υποψηφίους μόνο στις περιοχές που είχε υπολογίσιμες δυνάμεις, δηλαδή Αττική-Βοιωτία, Θεσσαλονίκη, Λάρισα-Μαγνησία και Δράμα-Καβάλα. Εκεί πήρε ικανοποιητικά ποσοστά ψήφων, χωρίς να εκλέξει βουλευτή λόγω του ιδιότυπου συστήματος. Επιπλέον, το ΣΕΚΕ δεν κατέβασε τόσους υποψήφιους όσους οι έδρες κάθε περιφέρειας (πλήρη συνδυασμό) αλλά λιγότερους: 7 στη Θεσσαλονίκη (για 25 έδρες), 6 στην Αττικοβοιωτία, 7 στη Δράμα, 6 στη Λάρισα κτλ.

Επειδή οι εκλογές γίνονταν με σφαιρίδιο (εκτός Θράκης, όπως θα δούμε παρακάτω), υπήρχε μία κάλπη για κάθε υποψήφιο. Έτσι, στην εκλογική περιφέρεια Θεσσαλονίκης (που πρέπει να περιλάμβανε τις σημερινές Α’ και Β’ Θεσσαλονίκης, την Χαλκιδική, την Ημαθία και την Πιερία), που έβγαζε 25 βουλευτές, υπήρχαν 25 κάλπες για τους βενιζελικούς, 25 για τους ηνωμένους, και πάνω από 30 για τους «εκτός συνδυασμών» (όπου και οι 7 σοσιαλιστές), δηλαδή 80 κάλπες συνολικά. Ο κάθε ψηφοφόρος έπαιρνε ένα σφαιρίδιο για κάθε κάλπη (όχι όλα μαζί, εννοείται, δείτε την φωτογραφία!). Θεωρητικά μπορούσε να τους μαυρίσει όλους, ή να τους ψηφίσει όλους, ή να ψηφίσει μόνο έναν (το λεγόμενο μονοκούκι). Τίποτα δεν εμπόδιζε τον ψηφοφόρο να ψηφίσει, ας πούμε, δυο γνωστούς βενιζελικούς, δυο γνωστούς αντιπολιτευόμενους και, έστω, έναν σοσιαλιστή. Στην πράξη, και ιδίως σε πολωμένες εκλογές όπως αυτές του 1920, πάρα πολλοί ψηφοφόροι έριχναν «κορδόνι» δηλαδή ψήφιζαν Ναι στους υποψηφίους του συνδυασμού της αρεσκείας τους και Όχι σε όλους τους άλλους. Έτσι, στην περιφέρεια Θεσσαλονίκης, οι 25 αντιβενιζελικοί υποψήφιοι πήραν τις 25 πρώτες θέσεις με σχεδόν ίδιο αριθμό ψήφων: 22807 πήρε ο πρώτος, Μ. Θεοδωρίδης, 21018 ο τελευταίος, Δ. Αλκανάτης. Ακολούθησαν ενσώματι οι 25 βενιζελικοί, με 15700 τον πρώτο Δίγκα και 13700 τον τελευταίο, ενώ ο Ν. Δημητράτος, πρώτος από τους σοσιαλιστές, πήρε 13.300 ψήφους. Στον νομό Καβάλας-Δράμας, οι σοσιαλιστές πέρασαν τους βενιζελικούς και παρά λίγο να εκλεγούν: η διαφορά του πρώτου σοσιαλιστή από τον τελευταίο εκλεγέντα αντιβενιζελικό ήταν 150 ψήφοι.

Στη Θράκη δεν έγιναν εκλογές με σφαιρίδια, αλλά με ψηφοδέλτια. Επιπλέον, όταν λέμε «Θράκη» εννοούμε όλη τη Θράκη· ψήφισαν δηλαδή και στην Αδριανούπολη, και στις Σαράντα Εκκλησιές και στη Ραιδεστό και στην Καλλίπολη. Επειδή ήταν δύσκολο να βρεθούν λοιπόν τόσες κάλπες με τα συμπαρομαρτούντα, έγιναν εκλογές με ψηφοδέλτια. Φυσικά, οι εκλογές στη Θράκη έγιναν υπό ειδικές συνθήκες: η Θράκη φυσικά ήταν στρατοκρατούμενη, πόλεμος γινόταν· οι εφημερίδες της αντιπολίτευσης δεν κυκλοφορούσαν καν, κι έτσι μόνο λίγοι ανεξάρτητοι αντιβενιζελικοί κατέβηκαν στις εκλογές. Οι Φιλελεύθεροι εξέλεξαν και τους 52 βουλευτές της Θράκης.

Λόγω του εκλογικού συστήματος, είναι αδύνατο να υπολογιστούν οι ψήφοι που αντιστοιχούν στο κάθε κόμμα. Για το ΣΕΚΕ, ο γραμματέας του Ν. Δημητράτος ανέφερε ότι πήρε 100.000 ψήφους, αλλά σε άρθρο του Ηλία Νικολακόπουλου («Οι εκλογές 1910-1920») στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, τόμ. 6 δίνεται ο αριθμός των 45.000 ψήφων που φαίνεται πιο κοντά στην πραγματικότητα.

Για τις δυο μεγάλες παρατάξεις, τα μόνα νούμερα που υπάρχουν είναι αυτά που επεξεργάστηκε, περί το 1923, ο Αλέξ. Παπαναστασίου, ο οποίος ύστερα από περίπλοκους υπολογισμούς έβγαλε πλειοψηφούσα τη βενιζελική παράταξη, με 375.000 έναντι 368.000 ψήφων των Ηνωμένων. Τους αριθμούς αυτούς τους αναφέρει με πολλές επιφυλάξεις η Ιστορία του ελληνικού έθνους (της Εκδοτικής Αθηνών) και τους υιοθετεί ανεπιφύλακτα το άρθρο της Βικιπαίδειας. Ωστόσο, ο Παπαναστασίου προσμετρά το σύνολο των ψήφων της Θράκης στους βενιζελικούς, πράγμα που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα –και να θυμηθούμε ότι η Θράκη αποτελούσε το 11% του εκλογικού σώματος. Επομένως, κατά τον Νικολακόπουλο είναι παρηγορητικός μύθος το ότι οι Φιλελεύθεροι πλειοψήφησαν έστω και οριακά.

Εκλογές έγιναν και στο μέτωπο, αλλά ακυρώθηκαν και τα αποτελέσματά τους δεν τα έχω δει πουθενά δημοσιευμένα. Συνολικά, από έδρες, οι αντιβενιζελικοί πήραν 251 έδρες (ο Νικολακόπουλος λέει 249 αλλά νομίζω πως κάνει λάθος σε μια πρόσθεση) και οι βενιζελικοί 118. Στην παλιά Ελλάδα, οι αντιβενιζελικοί επικράτησαν με 176 έναντι 6 (χαρακτηριστικά, στις εκλογές του 1915, οι βενιζελικοί είχαν πάρει την παλιά Ελλάδα με 128 έδρες έναντι 56). Από τις νέες χώρες, οι βενιζελικοί επικράτησαν στην Ήπειρο (15 έδρες), στη Λέσβο-Χίο (17 έδρες) και φυσικά στην Κρήτη (23 έδρες). Και βέβαια είχαν και τους 52 βουλευτές της Θράκης.

Αν οι σοσιαλιστές συμπράττανε με τους Φιλελεύθερους, κατά πάσα πιθανότητα η σύμπραξη και πάλι δεν θα πλειοψηφούσε σε έδρες· αλλά το ενδεχόμενο μιας τέτοιας σύμπραξης, που θα φαινόταν πιθανό το 1918, είχε οριστικά απομακρυνθεί το 1920. Είχε φροντίσει γι’ αυτό κι ο ίδιος ο Βενιζέλος. Για παράδειγμα, τον Απρίλιο του 1920 ανακοίνωσε από το βήμα της Βουλής, τη χορήγηση αμνηστίας και την κατάργηση του στρατιωτικού νόμου και της λογοκρισίας με εξαίρεση την κριτική της πολεμικής προσπάθειας της κυβέρνησης, η οποία εξακολουθεί να τιμωρείται. Και διάβασε από το βήμα της Βουλής ένα απόσπασμα του Ριζοσπάστη: «Δηλούται καθαρά εις τον λαόν, ότι η κυβέρνησις των Φιλελευθέρων έχει σκοπόν να μη αποκαταστήσει ποτέ την ειρήνην εις τον τόπον, αλλά να εξακολουθήσει τας τυχοδιωκτικάς πολεμικάς επιχειρήσεις, τας οποίας της επέβαλον οι ισχυροί της προστάται, των συμφερόντων των οποίων κατέστησεν την Ελλάδα όργανον τυφλόν εν τοις Βαλκανίοις και εν τη Ανατολή εν γένει». Και δηλώνει ότι τέτοια γλώσσα του τύπου δεν είναι δυνατόν να γίνει ανεκτή εφ’ όσον διατηρείται σε επιστράτευση ο στρατός, και ότι θα ζητήσει τη δίωξη του συντάκτη του κειμένου. Και πράγματι, ασκήθηκε δίωξη κατά του διευθυντή του Ριζοσπάστη, του Πετσόπουλου. Και λίγο αργότερα, στις ταραχές που ακολούθησαν την αναγγελία της είδησης για την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου, το παρακράτος κατέστρεψε ολοκληρωτικά τα γραφεία του Ριζοσπάστη, που έκανε οχτώ μέρες για να επανεκδοθεί.

Στις αιτίες της συντριπτικής ήττας του Βενιζέλου δεν πρέπει να αναφερθεί μόνο η επιθυμία του λαού να τελειώνει με τον πόλεμο. Ρόλο έπαιξε ασφαλώς και η αυταρχική, ημιδικτατορική διακυβέρνηση της τριετίας, οι συχνότατες απουσίες του Βενιζέλου (φυσικά για συμμετοχή σε διεθνείς διασκέψεις, όχι για τουρισμό!) από την Ελλάδα όλη εκείνη την περίοδο, και τέλος όλες οι ταπεινώσεις που είχε γνωρίσει ο πληθυσμός της παλιάς Ελλάδας από την Αντάντ, που τις χρέωσε στον Βενιζέλο.

Δεν ξέρω αν οι ιστότοποι εναλλακτικής ιστορίας (what-if) έχουν ασχοληθεί με το τι θα συνέβαινε αν οι κάλπες του Νοεμβρίου 1920 έβγαζαν νικητή τον Βενιζέλο –δεν νομίζω πάντως ότι θα ανατρεπόταν εντελώς το σκηνικό. Πιθανόν η Ελλάδα να κέρδιζε και την Ανατολική Θράκη (κάτι όμως που ήταν έτσι κι αλλιώς εφικτό). Ίσως και όχι. Ίσως ο ξεριζωμός των Ελλήνων από τη Μικρασία και τον Πόντο να έχει τις ρίζες του στο 1912.

Υστερόγραφο: Οι μειονότητες, που ακόμα ήταν πολύ πολυπληθείς, τόσο η εβραϊκή όσο και η μουσουλμανική, ψήφισαν μονοκούκι εναντίον του Βενιζέλου, σε σημείο που να μαυρίσουν και τους εβραίους/μουσουλμάνους υποψηφίους των φιλελευθέρων. Πάνω σ’ αυτό, έχει υποσχεθεί πως θα μας πει μερικά πράγματα ο Αμπραβανέλ, αν δεν κάνω λάθος. Να σημειωθεί επίσης ότι η συμπαράταξη των μειονοτήτων με τους αντιβενιζελικούς δεν ξεκίνησε το 1920 –είχαν προηγηθεί οι εκλογές του 1915 όπου και πάλι οι μειονότητες ψήφισαν μονοκούκι το «Κόμμα των Εθνικοφρόνων» του Γούναρη.

Το τέλος της εκστρατείας

Η προέλαση του τεράστιου για την εποχή εκστρατευτικού σώματος (220.000 άνδρες) μέσω της Αλμυρής Ερήμου έφερε τις Ελληνικές δυνάμεις (οι οποίες προέβησαν σε πολλές ωμότητες κατά του Τουρκικού πληθυσμού) [παράθεση: ωμότητες σαφώς και έγιναν, όχι όμως τόσο κατά την προέλαση προς τον Σαγγάριο, καθώς οι οπισθοχωρούντες Τούρκοι είχαν ήδη εφαρμόσει την τακτική της “καμμένης γης”. Μετά την αποτυχία διάρρηξης της οχυρής τουρκικής τοποθεσίας στον Σαγγάριο από τους Έλληνες, ο Ελληνικός Στρατός, ευρισκόμενος σε οπισθοχώρηση (“ενεργητική άμυνα” το έλεγαν) κατάκοπος και χωρίς προμήθειες, κυριολεκτικά πλιατσικολόγησε τα χωριά απ’ όπου περνούσε, τα περισσότερα δε τα άφησε πίσω του καιόμενα εφαρμόζοντας αυτός τώρα με την σειρά του την ίδια τακτική με τους Τούρκους.] στις όχθες του Σαγγάριου ποταμού, προ των πυλών της Άγκυρας. Εκεί, στην κρίσιμη μάχη που ακολούθησε τον Αύγουστο του 1921, ο Ελληνικός στρατός αναγκάσθηκε να καθηλωθεί, καθώς οι Τούρκοι -συναισθανόμενοι ότι σε περίπτωση ήττας θα έχαναν τα πάντα- προέβαλαν λυσσαλέα αντίσταση. Παράλληλα, ο Κεμάλ -που σύμφωνα με τους βιογράφους του ήταν έτοιμος να οπισθοχωρήσει- αναθάρρησε και συνέχισε τον ανεφοδιασμό, τη στρατολόγηση νέων ανδρών (που συνέρρεαν στις τάξεις του) και τις μυστικές συμφωνίες, τόσο με τη νεοπαγή Σοβιετική Ένωση (καθώς οι Μπολσεβίκοι του παραχώρησαν πολύτιμο εξοπλισμό -μη ξεχνώντας την προηγηθείσα συμμετοχή της Ελλάδας με μισθοφορικό στρατό στην εναντίον τους εκστρατεία της Αντάντ στην Ουκρανία- θεωρώντας ότι η χώρα του δεχόταν και εκείνη επίθεση από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις), όσο και με Κούρδους αυτονομιστές.

Μετά την εγκατάσταση του Ελληνικού Στρατού σε ενεργητική άμυνα γύρω από το Εσκί Σεχίρ – Κιουτάχεια – Αφιόν Καραχισάρ, για ένα ολόκληρο χρόνο συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, με τους Τούρκους να απορρίπτουν πρόταση των Δυνάμεων της Αντάντ για ειρήνη και απαιτώντας την συνθηκολόγηση και αποχώρηση της Ελληνικής στρατιάς υπό όρους και τους δυτικούς ηγέτες να αποκλείουν κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τον Ελληνικό στρατό, κάτι που ήταν μια τελευταία απελπισμένη κίνηση της ελληνικής πλευράς για να εκβιάσει την κατάσταση και να εξουδετερώσει τον διαφαινόμενο κίνδυνο.

Η μεγάλη ανάπτυξη των Ελληνικών γραμμών που εκτείνονταν σε μία τεράστια απόσταση χωρίς να υπάρχει η απαραίτητη αλληλοκάλυψη των τμημάτων, η εξάντληση των στρατιωτών από την πολύμηνη παραμονή τους σε κατάσταση εκστρατείας μέσα σε ένα απόλυτα εχθρικό περιβάλλον πολύ μακριά από τα φιλικά παράλια, η ενδυνάμωση του αντιπάλου και η ασυνεννοησία με την πολιτική ηγεσία που αντικατέστησε τον αρχιστράτηγο (Αναστάσιο Παπούλα) με έναν ιδιόρρυθμο στρατηγό (Γεώργιο Χατζανέστη) οδήγησαν στην διάρρηξη του μετώπου και την οπισθοχώρηση.

Ο Ελληνικός στρατός συνέχισε να προχωράει μέχρι και 100 χλμ. έξω από την Άγκυρα. Εκεί, τον Αύγουστο του 1921, ο Μουσταφά Κεμάλ με τον στρατό του υπερασπίστηκε την πρωτεύουσα, πλέον, όχι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά της Τούρκικης Δημοκρατίας. Μετά από σκληρή μάχη με πολλούς νεκρούς, οι Έλληνες οπισθοχώρησαν. Τα ελληνικά τμήματα καθηλώθηκαν στις όχθες του Σαγγάριου ποταμού και ένα χρόνο αργότερα εκδηλώθηκε μεγάλη τουρκική αντεπίθεση (Αύγουστος 1922). Μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες, ο Ελληνικός στρατός είχε μόνο την Σμύρνη υπό τον έλεγχό του.

Ο στρατός του Ατατούρκ έφτασε στην Σμύρνη, την οποία και κατέλαβε. Μπαίνοντας στην πόλη ο τουρκικός στρατός κατακρεούργησε εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων Μικρασιατών, άνδρες, γυναίκες και δεν χαρίστηκαν ούτε στα παιδιά.

Στα τέλη Αυγούστου του 1922 ο Κεμάλ εξαπέλυσε την αναμενόμενη αντεπίθεση και τα Ελληνικά στρατεύματα υποχρεώθηκαν είτε σε ομαδική παράδοση και αιχμαλωσία, είτε σε άτακτη υποχώρηση προς τη θάλασσα και τη σωτηρία. Ο Κεμάλ εισήλθε στη Σμύρνη στις αρχές Σεπτεμβρίου και εγκαταστάθηκε ως απελευθερωτής στην πόλη. Οι νικητές προέβησαν σε εκτεταμένες βιαιοπραγίες εις βάρος του χριστιανικού πληθυσμού όλης της Μικράς Ασίας. Οι ελληνικές και αρμενικές συνοικίες της Σμύρνης παραδόθηκαν στις φλόγες, ενώ οι κάτοικοί τους αναζητούσαν απεγνωσμένα τρόπο διαφυγής προς το Αιγαίο, κάτω από τα αδιάφορα (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) βλέμματα των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων τα οποία τηρούσαν στάση αυστηρής ουδετερότητας (όπως είχαν διαταχθεί) μπροστά στη σφαγή, ενώ καταγράφηκαν και περιπτώσεις όπου οι άνδρες των πληρωμάτων ράβδιζαν τα χέρια των ικετεύοντων χριστιανών που προσπαθούσαν να ανεβούν στα καταστρώματα για να σωθούν.

Η αρνητική έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας οδήγησε στη μεγάλη καταστροφή, την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπινων ζωών και την προσφυγοποίηση 1,5 εκατομμυρίου άλλων. Στα συντρίμμια της Σμύρνης τερματίσθηκε η Ελληνική παρουσία 2.500 ετών στη Μικρά Ασία και ενταφιάστηκε η ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», η οποία είχε αποτελέσει επί σχεδόν έναν αιώνα τον κεντρικό άξονα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τη βασική πηγή τροφοδότησης της νεοελληνικής αυτοσυνειδησίας.

Το Κίνημα της 11ης Σεπτέμβρη 1922

Στις 11 Σεπτεμβρίου 1922, ξέσπασε Κίνημα του Στρατού και του Ναυτικού στη Χίο και τη Λέσβο και σχηματίστηκε Επαναστατική Επιτροπή από τους πρωτεργάτες της, τους Συνταγματάρχες Νικόλαο Πλαστήρα, ως εκπρόσωπο του στρατού της Χίου, και Στυλιανού Γονατά, ως εκπρόσωπο του στρατού της Λέσβου, και τον Αντιπλοίαρχο Δημήτριο Φωκά, ως εκπρόσωπο του Ναυτικού.

Η στρατιωτική ήττα και η καταστροφή του ελληνικού στοιχείου στην Μικρά Ασία, είχαν συγκλονίσει το πανελλήνιο και είχαν προκαλέσει τη γενική κατακραυγή εναντίον των υπευθύνων. Η κυβέρνηση Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη παραιτήθηκε και στις 28 Αυγούστου τη διαδέχτηκε κυβέρνηση του Νικολάου Τριανταφυλλάκου. Η μεταβολή δεν είχε πλέον κανένα νόημα. Στα στρατιωτικά τμήματα που είχαν διασωθεί και είχαν περάσει στη Χίο και τη Λέσβο, καθώς και στις μονάδες του Ναυτικού της περιοχής, η αγανάκτηση είχε κορυφωθεί.

Στις 11 Σεπτεμβρίου οι Κινηματίες κήρυξαν Επανάσταση. Την επόμενη μέρα, τα επαναστατημένα στρατεύματα επιβιβάστηκαν σε εμπορικά πλοία και με τη συνοδεία πολεμικών έπλευσαν στην Αθήνα. Πριν ακόμη το αποβατικό σώμα φτάσει στην Αττική, στρατιωτικό αεροπλάνο έριξε στην πρωτεύουσα προκηρύξεις της Επαναστατικής Επιτροπής με τις οποίες οι Κινηματίες ζητούσαν την παραίτηση του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ υπέρ του Διαδόχου, τη διάλυση της Γ’ Εθνοσυνέλευσης, το σχηματισμό πολιτικά αχρωμάτιστης κυβέρνησης, που θα είχε την εμπιστοσύνη των συμμάχων της Αντάντ και την άμεση ενίσχυση του Θρακικού Μετώπου.

Στις 13 Σεπτεμβρίου τα πλοία με το στρατό έφτασαν στο Λαύριο και την επομένη ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ παραιτήθηκε και έφυγε για την Ιταλία. Βασιλιάς ανακηρύχτηκε ο γιος του και Διάδοχος Γεώργιος Β΄. Στις 15 Σεπτεμβρίου τα επαναστατικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα, όπου ματαίωσαν την προσπάθεια του αποστρατευμένου υποστράτηγου Θεόδωρου Πάγκαλου να επωφεληθεί από την επανάσταση και να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, και σύντομα σχηματίστηκε πολιτική κυβέρνηση με πρόεδρο το Σ. Κροκιδά. Την εξουσία όμως είχε ουσιαστικά η Επαναστατική Επιτροπή (Αρχηγός της ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας), που ανέθεσε τη διεθνή εκπροσώπηση της Χώρας στον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Βασικό χρονολόγιο προσφυγικού ζητήματος

· 1922 3 Νοεμβρίου: Με Νομοθετικό Διάταγμα ιδρύεται το “Ταμείο Περίθαλψης Προσφύγων” ως ΝΠΔΔ. Καταργήθηκε και διαλύθηκε το 1925.

· 1922 11 Νοεμβρίου: Εκκενώνεται η χερσόνησος της Καλλίπολης από 25.000 Έλληνες

· 1923 30 Ιανουαρίου Υπογράφεται η Σύμβαση περί ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών στη Λωζάνη.

· 1923 3 Μαΐου: Με Ν.Δ/γμα συστήνεται “Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών” (ΓΔΑΠ) στο (ελληνικό) Υπουργείο Γεωργίας, προκειμένου να συντονίσει και να βοηθήσει το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας στην προβλεπόμενη Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής πληθυσμών. Εξ αυτής ιδρύονται στη συνέχεια (1924) Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών. Το 1926 η ΓΔΑΠ κατάρτισε το “Γενικό Μητρώο Ανταλλαξίμων” που συντάχθηκε με βάση τη διοικητική διαίρεση της Θράκης και της Μικράς Ασίας, συμπεριλαμβανομένου του Πόντου.

· 1923 24 Ιουλίου: Υπογράφεται η Συνθήκη της Λωζάνης, σύμφωνα με την οποία ορίζεται ο ποταμός Έβρος ως σύνορο Ελλάδας Τουρκίας ενώ παραχωρούνται τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος στη Τουρκία.

· 1923 29 Σεπτεμβρίου: Ιδρύεται η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, που επικυρώνεται με το Ν.Δ/γμα της 13ης Οκτωβρίου 1923 ως αυτόνομος οργανισμός με έδρα την Αθήνα υπό την εποπτεία της ΚτΕ και υπό την προεδρία του Αμερικανού διπλωμάτη Ερρίκου Μοργκεντάου με τετραμελές συμβούλιο. Η λειτουργία της άρχισε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.

· 1923 5 Οκτωβρίου Με βάση το άρθρο 11 της Σύμβασης περί Ανταλλαγής Πληθυσμών της Λωζάνης αρχίζει στη Κωνσταντινούπολη η λειτουργία της “Μικτής Επιτροπής Ανταλλαγής Πληθυσμών”.

· 1924 13 Ιουνίου: Εκ της ΓΔΑΠ του Υπουργείου Γεωργίας ιδρύονται Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών στις οικονομικές εφορίες των αποκαλούμενων “Νέων Χωρών”, στην έννοια των οποίων περιλαμβάνονται: η Θράκη, η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Κρήτη και το ΒΑ. Αιγαίο.

· 1925 5 Μαΐου: Κατ’ εφαρμογή του σχετικού ψηφίσματος της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης (της 7ης Απριλίου), το Ελληνικό Δημόσιο υπογράφει σύμβαση με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος για την πληρωμή προκαταβολής στους δικαιούχους πρόσφυγες ως έναντι και μέχρι της αποπληρωμής της όλης περιουσίας τους, που αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν στη Τουρκία. Για τον σκοπό μάλιστα αυτό το Ελληνικό Δημόσιο εκχώρησε στην Εθνική Τράπεζα τα μουσουλμανικά ακίνητα που δεν είχαν παραχωρηθεί στην Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων. Δύο ακόμη ανάλογες συμβάσεις υπογράφτηκαν τρία χρόνια μετά, τον Απρίλιο και τον Νοέμβριο του 1928. Μετά τα παραπάνω, καταργήθηκε και το αρχικό “Ταμείο Περίθαλψης Προσφύγων” που είχε ιδρυθεί τρία χρόνια πριν (Νοέμβριο του 1922).

· 1925 21 Ιουνίου: Υπογράφεται στην Άγκυρα η “Σύμβαση Άγκυρας 1925”, γνωστότερη ως Συμφωνία Εξηντάρη – Ρουσδή κατά την οποία η Ελλάδα παραιτείται του δικαιώματος επιστροφής των “φυγάδων” της Κωνσταντινούπολης, ενώ ταυτόχρονα ρυθμίζεται το ζήτημα των “εγκατεστημένων” (établis) στη Κωνσταντινούπολη. Παράλληλα διευθετούνται το ζήτημα των μουσουλμανικών κτημάτων που δεν είναι ανταλλάξιμα στην Ελλάδα καθώς και το ζήτημα της Δυτικής Θράκης.

· 1926 1 Δεκεμβρίου: Υπογράφεται στην Αθήνα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας η Σύμβαση Αθηνών (1926), η οποία προβλέπει την εξαγορά των μη ανταλλάξιμων κτημάτων και ακινήτων και από τις δύο χώρες.

· 1930 10 Ιουνίου: Υπογράφεται στην Άγκυρα μεταξύ Ελλάδας Τουρκίας η ομώνυμη Σύμβαση Άγκυρας (1930) που προβλέπει γενικά την απάλειψη και οριστική εκκαθάριση των οικονομικών υποχρεώσεων μεταξύ των δύο Χωρών. Τόσο οι ελληνικές περιουσίες στη Τουρκία όσο και οι μουσουλμανικές στην Ελλάδα περιέρχονται στη κυριότητα του τουρκικού και ελληνικού Δημοσίου αντίστοιχα. Παράλληλα μ΄ αυτά ρυθμίζονται τα ζητήματα “φυγάδων” και “εγκατεστημένων” (établis) της Κωνσταντινούπολης καθώς και των μουσουλμάνων της Δ. Θράκης.

Η Νέα Ιωνία

Η Νέα Ιωνία ιδρύθηκε το 1923. Ως ημέρα ίδρυσης της θεωρείται η Κυριακή 27 Ιουνίου του 1923, όταν έγινε η θεμελίωση του προσφυγικού συνοικισμού από τον αρχηγό της Επαναστατικής Κυβέρνησης, Νικόλαο Πλαστήρα και τον ιερέα Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου, ο οποίος είχε οδηγήσει ως άλλος Μωυσής, τους χιλιάδες συμπατριώτες του Σπαρταλήδες (από την πόλη Σπάρτη της Πισιδίας) στην Ελλάδα, μετά την Μικρασιατική καταστροφή.

Εκτός των Σπαρταλήδων, εκ των πρώτων εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, που τότε ονομαζόταν «Ποδαράδες» και υπαγόταν στον Δήμο Αθηναίων, πρόσφυγες από την Ινέπολη και την Κασταμονή, τη Σαφράμπολη, τη Νεάπολη, την Καππαδοκία, την Αλάϊα και την Αττάλεια της Παμφυλίας και ακόμη από την Σμύρνη και τα περίχωρά της, τα Βουρλά, το Αϊβαλί, τα Θυάτειρα και άλλες πολιτείες της Μ. Ασίας που ανθούσαν σπουδαίες Ελληνορθόδοξες κοινότητες.

Η πόλη αναπτύχθηκε ταχύτατα, παρά τις φοβερές ελλείψεις και την προχειρότατη εγκατάσταση σε μικρές προσφυγικές κατοικίες ή και σε σκηνές χιλιάδων προσφύγων. Όντας οι περισσότεροι κάτοικοι αστοί πρόσφυγες, ικανοί στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις ανέδειξαν γρήγορα την πολιτεία τους σε μεγάλο βιομηχανικό κέντρο, με κύριους κλάδους: την Κλωστοϋφαντουργία και την Ταπητουργία. Γρήγορα η Νέα Ιωνία έγινε πόλος έλξης χιλιάδων εργατών από την επαρχία. Το 1934, μαζί με άλλους συνοικισμούς της Αθήνας και του Πειραιά, η Νέα Ιωνία ονομάστηκε δήμος, όμως δεν περιλαμβάνονταν η Καλογρέζα και η Αλσούπολη.

Πρώτος δήμαρχος στις δημοτικές εκλογές του 1934 εξελέγη ο Γιώργος Φελέκης από τον Πόντο.

Όλγα Βογιατζόγλου – Η βιομηχανική Ν. Ιωνία

Αποκαλύφθηκε λοιπόν ότι μια πρώιμη βιομηχανική εγκατάσταση, με αντικείμενο την κλωστοϋφαντουργία, σε παράλληλη πορεία με αυτήν του Πειραιά, συντελέστηκε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αι. στα βόρεια της Αθήνας, στην περιοχή της Αλυσίδας των Πατησίων. Καθοριστικοί παράγοντες για την ανάπτυξη της υπήρξαν τα υδάτινα ρεύματα του Ποδονίφτη και των παραποτάμων του, η επικοινωνία με το κέντρο και η εγγύτητα της περιοχής με τα κέντρα παραγωγής πρώτων υλών, μαλλί, βαμβάκι και μετάξι.

Κατά την καταγραφή, που επιχειρήθηκε, στα 1994-1995, στην περιοχή των Πατησίων, διασώζονταν έξι βιομηχανικά συγκροτήματα. Με αρχαιότερες την εριουργική επιχείρηση των Σ. Βεζανή–Σελά, του 1882, (αργότερα αδελφοί Δρακόπουλοι), το Υφαντουργείο των Υιών Ακριβού, του 1903, και το «Εριουργείο των Πατησίων» των αδελφών Κυρκίνη, του 1908, οι υπόλοιπες είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή μετά τον ερχομό των προσφύγων, ανάμεσα στα 1925-1935.

Στην περιοχή, γνωστή τότε ως Ποδαράδες, υπήρξε ο χώρος όπου εγκαταστάθηκαν 500 οικογένειες ταπητουργών προσφύγων από τη Σπάρτη της Πισιδίας με σκοπό την οργάνωση της ταπητουργίας και το μπόλιασμά της στην Ελληνική πραγματικότητα. Την καθαρά προσφυγική τεχνογνωσία του Ανατολίτικου χαλιού η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων θεώρησε ως «πανάκεια» για τη λύση του προβλήματος της απασχόλησης των προσφύγων. Για τον σκοπό αυτό με οικονομική ενίσχυσή της ιδρύθηκαν στους προσφυγικούς συνοικισμούς εργοστάσια ταπητουργίας. Για την υλοποίηση του προγράμματος εφαρμογής και διάδοσης της ταπητουργίας, η Ν. Ιωνία ορίστηκε ως κέντρο με αποτέλεσμα σ’ αυτήν να υπάρξει η μεγαλύτερη συσσωρεύσει βιομηχανικών καταστημάτων. Το έρημο τοπίο των Ποδαράδων που ιδιοκτησιακά ανήκε στο Ιερό Κοινό του Παναγίου Τάφου και είχε ως μόνας κατοικίας τις οκτώ οικογένειες των βοσκών και καλλιεργητών του κτήματος μεταμορφώθηκε με την εγκατάσταση των προσφύγων.

Στα 1230 στρέμματα του κτήματος που αγοράστηκαν από την Ε.Α.Π. και εκχερσώθηκαν με ρυθμούς πυρετικούς, χτίστηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα 3864 σπίτια που παραχωρούνται τοκοχρεολυτικά. Ο οικισμός οριοθετήθηκε από τα συνεργεία της ΕΑΠ και διαιρέθηκε σε δύο ζώνες. Στον οικιστικό χώρο και στο χώρο των «εργοστασίων και Λατομείων» στην περιοχή της Ελευθερούπολης.

Μέσα σ’ έναν ασύλληπτο οικοδομικό οργασμό, όπου σπίτια, εργοστάσια, γέφυρες, δρόμοι κλπ δημιουργούνταν από το μηδέν, η πόλη της Ν. Ιωνίας έβαλε τις ρίζες της.

Παράλληλα, στην περιοχή του σημερινού Περισσού, ο δαιμόνιος εργοστασιάρχης Νικόλαος Κυρκίνης που ήδη από το 1920 είχε ιδρύσει εργοστάσιο Μεταξουργίας στην περιοχή εκμεταλλευόμενος την συγκυρία που πρόσφερε φθηνό εργατικό δυναμικό και με τους ίδιους ταχείς ρυθμούς εφαρμόζει το μεγάλο οικοδομικό του πρόγραμμα της ίδρυσης μιας βιομηχανικής πόλης. Ιδρύει εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής, βαμβακουργίας, ταπητουργίας, ενώ επεκτείνει το αρχικό εργοστάσιο της Μεταξουργίας.

Στην βιομηχανική ζώνη της Ελευθερούπολης από την άλλη μεριά, γηγενείς επιχειρηματίες συνεταιριζόμενοι με πρόσφυγες επενδύουν στην ευοίωνη προοπτική της ταπητουργίας.

Τα βιομηχανικά οικόπεδα προσφέρονται με ευνοϊκούς όρους από την ΕΑΠ με σκοπό την προώθηση της βιομηχανικής ανάπτυξης της Ελλάδος και της απασχόλησης των αστών προσφύγων.

Ο οικισμός παίρνει σιγά σιγά μορφή και αναπτύσσει λειτουργίες πόλης, κοσμικά κέντρα, κινηματογράφους, καταστήματα εμπορικά, τράπεζες, εφημερίδες, καλλιτεχνικούς και αθλητικούς ομίλους, ηλεκτροφωτισμό κλπ. Χωρίς να λείπουν βέβαια τα μεγάλα προβλήματα ύδρευσης, αποχέτευσης, σχολείων, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κλπ.

Το 1926, η Ν. Ιωνία είναι μια πολυάνθρωπη πόλη με 16.382 κατοίκους και με καθαρά προσφυγική συνείδηση.

Το 1934 ανακηρύσσεται ανεξάρτητος Δήμος και αποκτάει δική της οντότητα. Μετά τον Εμφύλιο, η Ν. Ιωνία γίνεται ο αποδέκτης μεγάλης μάζας εσωτερικών μεταναστών. Η προσφυγική της συνοχή διαταράσσεται και η προσφυγούπολη μετατρέπεται σε μια θάλασσα εργατούπολη. «Οι ρυθμοί της προπολεμικής εποχής άλλαξαν, έγιναν σύνθετοι, το χθεσινό αδενικό παιδί, η προσφυγική γειτονιά, παραχώρησε τη θέση της σε έναν ρωμαλέο έφηβο, τη βιομηχανική πόλη», σημειώνει πηγή της εποχής.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία της ελληνικής βιομηχανίας, αλλά, κυρίως γιατί αποτέλεσε τη μήτρα για τη γέννηση της βιομηχανίας στη Ν. Ιωνία και στην ευρύτερη περιοχή παρουσιάζει η επιχείρηση των αδελφών Κυρκίνη, η οποία είχε ταχύτατη ανάπτυξη και το 1919 έγινε ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Α.Ε. Ελληνική Εριουργία». Ο δαιμόνιος και διορατικός Νικόλαος Κυρκίνης είναι εκείνος που έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη της βιομηχανίας στη Ν. Ιωνία, πριν την εγκατάσταση των προσφύγων στην περιοχή. Στους έρημους την εποχή εκείνη Ποδαράδες κατά μήκος του ρέματος του Περσού ποταμού και της αμαξιτής οδού προς Ηράκλειο εγκατέστησε, το 1919, το πλυντήριο-βαφείο της Ελληνικής Εριουργίας και αμέσως μετά ίδρυσε εργοστάσιο Μεταξουργίας. Ανάμεσα στα 1919 και 1926 ο Κυρκίνης δημιούργησε στη Ν. Ιωνία μια κολοσσιαία βιομηχανική εγκατάσταση με εργοστάσια Μεταξουργίας, Ηλεκτροβιομηχανικής, Κοπής και Ραφής, Βαμβακουργίας, Ταπητουργίας και συγκρότημα Εργατικών Κατοικιών. Το όραμά του για τη δημιουργία του «Μικρού Μάντσεστερ της Ελλάδος» πραγματοποιήθηκε με την συγχώνευση, το 1926, της «Ελληνικής Μεταξουργίας Α.Ε.» και της «Ηλεκτροβιομηχανικής Α.Ε.» με την αδελφή επιχείρηση της «Α.Ε. Ελληνικής Εριουργίας» στα Πατήσια και τη συγκρότηση της κολοσσιαίας εταιρείας «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.».

Στη ραγδαία ανάπτυξη των επιχειρήσεων του Ν. Κυρκίνη συνέβαλαν καθοριστικά οι μικρασιάτες πρόσφυγες με την προσφορά τους σε εργατικό δυναμικό και σε τεχνογνωσία, στους τομείς της ταπητουργίας, της βαμβακουργίας και της μεταξουργίας.
Η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, στο πλαίσιο της επαγγελματικής αποκατάστασης των αστών προσφύγων, θεώρησε την ενασχόληση τους με την ταπητουργία πανάκεια Για το σκοπό αυτό χρηματοδοτούσε σε κάθε προσφυγικό συνοικισμό την ανέγερση μεγάλων οικοδομημάτων για την εγκατάσταση των αργαλειών. Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή των Ποδαράδων προέρχονταν κυρίως από τη Σπάρτη της Μικράς Ασίας, γνωστό ταπητουργικό κέντρο. Έτσι, ιδιαίτερα, στον υπό ίδρυση προσφυγικό συνοικισμό της Ν. Ιωνίας και σε άμεση συνάρτηση με τον Περσό ποταμό, καθόρισε ειδική ζώνη « Εργοστασίων και Λατομείων », που ρυμοτομήθηκε και κατατμήθηκε σε βιομηχανικά οικόπεδα, τα οποία παραχωρούνταν σε πρόσφυγες επιχειρηματίες με ειδικούς όρους. Η Νέα Ιωνία χρίστηκε ως «Κέντρο Ταπητουργίας», που ήδη το 1927, θεωρήθηκε εθνική βιομηχανία λόγω της ανάπτυξης που παρουσίασε και της απορρόφησης εγχώριων πρώτων υλών.

Η συγκέντρωση εργοστασίων στη Νέα Ιωνία και φθηνού εργατικού δυναμικού, αφενός στη ζώνη της Ελευθερούπολης και αφετέρου του Περισσού, καθόρισε και τις προοπτικές του συνοικισμού, ο οποίος, σε σύντομο χρονικό διάστημα, αναπτύχθηκε αλματωδώς ξεπερνώντας κάθε άλλο προσφυγικό συνοικισμό σε πληθυσμό, οικονομικές και πολιτιστικές δραστηριότητες.

Η βιομηχανική δραστηριότητα από τη Νέα Ιωνία πολύ γρήγορα εξακτινώθηκε στους γύρω προσφυγικούς συνοικισμούς, της Ν. Φιλαδέλφειας, της Ν. Χαλκηδόνας και του Ν. Ηρακλείου, με αποτέλεσμα την ανάδειξη της ευρύτερης περιοχής, βόρεια της Αθήνας, σε κέντρο Κλωστοϋφαντουργίας του ελλαδικού χώρου.

Στη γειτονική της Νέα Φιλαδέλφεια ιδρύονται χρονολογικά τα εργοστάσια: Χρυσαλλίς, Έσπερος, Μπριτάννια, Βαμβακουργία Φιλαδέλφειας, Άτλας, και άλλα μικρότερης δύναμης κλωστικές ή υφαντουργικές μονάδες.

Η κολοσσιαία επιχείρηση «Α.Ε. Μεταξουργείον ή «Χρυσαλλίς» του Στυλιανού Παπαδόπουλου» συστήθηκε το 1925 με κεφάλαιο 40.000.000 δρχ., σε γήπεδο 121.926μ2 στη θέση Ποδονίφτης, δίπλα ακριβώς στο ποτάμι και λειτούργησε από το 1926-1958. Το εργοστάσιο, που καταλάμβανε έκταση 18.400μ2 και τρεις πολυκατοικίες για τους εργάτες, με 120 αρχικά υφαντικούς ιστούς, αναπηνιστήριο, στριπτήριο, βαφείο και φινιριστήριο, κτίστηκε για να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες της ιστορικής Εταιρείας που λειτουργούσε στο Παλαιό Φάληρο. Συγχρόνως με το εργοστάσιο στον Ποδονίφτη ιδρύθηκε το αναπηνιστήριο στη Γουμένισσα (Μακεδονία), το οποίο διατηρείται μέχρι σήμερα με τον εξοπλισμό του. Το εργοστάσιο τοποθετήθηκε στη Ν. Χαλκηδόνα εξαιτίας της εγγύτητας της περιοχής με τις σηροτροφικές περιφέρειες με αποτέλεσμα τα μεταφορικά των κουκουλιών να είναι φθηνότερα αλλά και τα εργατικά ημερομίσθια λόγω της άφθονης προσφοράς των προσφυγικών χεριών ήταν φθηνότερα, σε σχέση με την περιφέρεια των Αθηνών. Το εργοστάσιο παρήγε 1.000.000 μέτρα υφασμάτων διαφόρων τύπων και χρησιμοποιούσε 700 εργάτες, κυρίως γυναίκες. Οι τεράστιες νέες εγκαταστάσεις της Εταιρείας είχαν γίνει με την προοπτική της μεγάλης ανάπτυξής της, λόγω όμως του πληθωρισμού στον κλάδο της μεταξουργίας δεν χρησιμοποιήθηκαν εντατικά με αποτέλεσμα την πτώχευσή και το κλείσιμό της το 1958. Η ιστορική «Χρυσαλλίς» υπήρξε οικογενειακή επιχείρηση του Στ. Παπαδόπουλου και ανταγωνιστική των μεταξουργείων της Ελληνικής Εριουργίας και της Εταιρείας Δ. Ναθαναήλ.

Η Ανώνυμος Υφαντουργική Εταιρεία «Έσπερος» ιδρύθηκε το 1929 με κεφάλαιο 7.500.000 δρχ. σε γήπεδο 10.080 μ2 και έκταση κτισμάτων 1988 μ2. Κατασκεύαζε μόνο υφάσματα ανδρικών ειδών, με πρώτες ύλες εισαγόμενες από το Μάντσεστερ της Αγγλίας, χακί και κουβέρτες. Το ιδιόκτητο εργοστάσιο στη Ν. Φιλαδέλφεια, με εγγλέζικα μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας, διευθυνόταν από άγγλο τεχνικό, τον Ε. Ιωαννίδη και τον Κ. Δημητριάδη, που είχαν σπουδάσει κλωστοϋφαντουργία στην Αγγλία και απασχολούσε δε 100-150 εργάτες. Μετά το κλείσιμο του εργοστασίου στις εγκαταστάσεις του λειτούργησε η Εταιρεία Ελαστικών «Ε.Β.Ε.Λ.». Σε γειτονικό οικόπεδο του Έσπερου ιδρύθηκε η «Εριοβιομηχανία Ελλάδος Θ. Ι. Καββαδίας Α.Ε.».

Η Μπριτάννια με τη επωνυμία «Α.Ε BRITANNIA Αγγλική Εριουργία εν Ελλάδι», ιδρύθηκε το 1931 από την εδρεύουσα στο Μάντσεστερ της Αγγλίας Εμπορική Εταιρεία CROSLAND MOOR & CO L.M.D, τον Κ. Ναθαναήλ και την Εταιρεία «Γιαννούτσικος-Πετσιάβας». Με αντικείμενο την κατασκευή μάλλινων υφασμάτων κασμηριών ξεκίνησε με κεφάλαιο κίνησης 16.000 λίρες. Ο ιδρυτής της επιχείρησης Σολομών Ι. Αχλαδέφ διέθετε τα κατάλληλα φόντα με σπουδές στην Κρατική Αγγλική Υφαντουργική Σχολή. Το εργοστάσιο χτίστηκε στις όχθες του Ποδονίφτη στα νοτιοανατολικά όρια της Ν. Φιλαδέλφειας και χρησιμοποιούσε κυρίως προσφυγικά χέρια. Από τους 300 εργάτες το 60% ήταν κορίτσια, τα οποία από τη νεαρά τους φύση ήταν τα καταλληλότερα να διεξάγουν μια εργασία τόσο λεπτή και επίπονη, όπως ήταν το κόψιμο των κόμπων κατά την ύφανση. Υφάντριες και μανταρίστριες στο εργοστάσιο της Μπριτάννια είχαν αναπτυχθεί σε τέτοιο επίπεδο που ξεπερνούσε τα αγγλικά στάνταρ. Το εργοστάσιο χτίστηκε από τον εργολήπτη μηχανικό Ν. Γαβαλά, που τον συναντάμε και σε έργα εργοστασίων της Ν. Ιωνίας, με την εποπτεία του καθηγητή του Πολυτεχνείου Αχ. Καρρά. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός του Υφαντουργείου (250 ιστοί), του Βαφείου, του Πλυντηρίου και του Φινιριστήριου προερχόταν από αγγλικούς οίκους. Η Μπριτάννια, αφού επέδειξε μια τεράστια αντοχή στις καταθλιπτικές πιέσεις της ελληνικής βιομηχανίας από τις ανεξέλεγκτες εισαγωγές μέσα στο 2007 ανέστειλε τη λειτουργία της.

Ακριβώς απέναντι από την Μπριτάννια εγκαταστάθηκε η επιχείρηση «Βαμβακουργία Φιλαδέλφειας» που ξεκίνησε το 1935 με την επωνυμία «Α.Ε. Ελληνικά Κλωστήρια Υιών Τεγόπουλου». Τα χαρακτηριστικά του Στέργιου Τεγόπουλου, ηθικός, εργατικός, καλλιτεχνική φύση, με αυτοπεποίθηση στην πρόοδο, προϊδέαζαν για τα αποτελέσματα της νέας επιχείρησης. Γεννημένος στα Τρίκαλα μεγάλωσε στο αρχαιότερο υφαντήριο της Ελλάδος, του πατέρα του Ιωάννη Τεγόπουλου. Ο Σ. Τεγόπουλος χωρίς να φεισθεί ουδεμιάς δαπάνης ίδρυσε το «λαμπρόν αυτό οικοδόμημα, αναμφισβητήτως το ανώτερον πάντων εν Ελλάδι εις την διαρρύθμησιν και ίσως το τελειότερον του κόσμου διά την άνετον, την υπερπολυτελή διαβίωσιν του εργάτου», σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής. Με ιδρυτικό κεφάλαιο 17.000.000 δρχ., απασχολούσε 350 εργάτες, ήδη από την ίδρυσή του, εκ των οποίων το 80% ήταν γυναίκες του γύρω συνοικισμού. Βιομηχανικό αντικείμενο της επιχείρησης ήταν κλωστές και βαμβακονήματα, που επεξεργάζονταν με τα πιο σύγχρονα μηχανήματα γερμανικής προέλευσης, με ετήσια παραγωγή 120.000 πάκα. Τα παραγόμενα νήματα ήταν για αποκλειστική χρήση της καλτσοποιΐας, πλεκτοποιΐας και υφαντουργίας εν γένει. Η πολυτέλεια, η καθαριότητα, ο φωτισμός και ακόμη οι καλλιτεχνικοί κήποι, που πλαισίωναν το εργοστάσιο, εντυπωσίαζαν τον επισκέπτη. Το εργοστάσιο ιδρυμένο εν μέσω της μεταξικής δικτατορίας, της 4ης Αυγούστου, της οποίας ο Σ. Τεγόπουλος ήταν θαυμαστής, είναι το πρώτο που εφαρμόζει το οκτάωρο στις συνθήκες εργασίας.
Η επιχείρηση από το 1947 φέρεται με την επωνυμία «Βαμβακουργία Ν. Φιλαδέλφειας Α.Ε» και στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο δεν εμφαίνονται οι αδελφοί Τεγόπουλοι, αντίθετα μέλη του Δ.Σ. της συμπίπτουν με της γειτονικής Μπριτάννια στην οποία μετά το 1957 περιήλθε και το εργοστάσιο, εποχή που συνδέεται μάλλον με την διακοπή της λειτουργίας του.

Κάντε ένα σχόλιο

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ