Ο Ιωνικός σύνδεσμος, η Ακαδημία του Σαββάτου και το φιλόξενο σπίτι των Μηλιώρηδων

Δημήτρης Δούκαρης – Χρίστος Ρουμελιωτάκης. Συνάντηση στην Αθήνα είκοσι χρόνια μετά την «Ακαδημία του Σαββάτου». Η φωτογραφία δημοσιεύτηκε το 1989 στη δίγλωσση ανθολογία «κληματίδες – Tendrils”, που εξέδιδε στο Τορόντο του Καναδά ο ποιητής Γιώργος Δανιήλ.

του Χ. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗ

Tέλος Απριλίου ή αρχές Μαϊου του σωτηρίου έτους 1967, ένα ανοιξιάτικο πρωϊνό, η συμπολίτις μας κυρία Β.Φ. παραβρέθηκε, τυχαία, σε μια σκηνή που θα μπορούσε να εξελίσσεται σε μια κινηματογραφική ταινία του Φρανσουά Τρυφώ και ειδικότερα στην ταινία “Φαρενάϊτ 451”.

Στρατιωτικά καμιόνια είχαν σταματήσει στη γωνία Ηρακλείου και Τσουρουκτσόγλου, μπροστά στο κτίριο του “Ιωνικού Συνδέσμου”, και φαντάροι με στολές παραλλαγής έμπαιναν και έβγαιναν κουβαλώντας και φορτώνοντας στα καμιόνια τα βιβλία, περίπου δυόμισυ χιλιάδες, που απαρτίζανε τη βιβλιοθήκη του συλλόγου.

Ετσι, διαλύθηκε η βιβλιοθήκη του “Ιωνικού Συνδέσμου”, τα βιβλία της διασκορπίσθηκαν, τα αρχεία πολτοποιήθηκαν και μια μεγάλη νύχτα άρχιζε για την πνευματική ζωή της πόλης και της χώρας μας.

Η συμπολίτις μας κυρία Β.Φ., που μου διηγήθηκε αργότερα τη σκηνή, ήταν διπλά στενοχωρημένη. Πρώτα, γιατί δεν θα μπορούσε ποτέ να φαντασθεί ότι εν έτει 1967 θα παρευρισκόταν σε μια τέτοια σκηνή, που θύμιζε το Τρίτο Ράϊχ και τον “Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό” του Μεταξά, και μετά, γιατί ήξερε πως μεταξύ των βιβλίων αυτών περιλαμβανόταν και η βιβλιοθήκη του ποιητή ΄Αγγελου Σημηριώτη, την οποία οι κληρονόμοι του την είχαν δωρήσει στον “Ιωνικό Σύνδεσμο”. Βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες, που ο ποιητής είχε φέρει από τη Σμύρνη και βιβλία, κυρίως πρώτες εκδόσεις, με ιδιόγραφες αφιερώσεις των δημιουργών τους, όπως του Παλαμά και των συγκαιρινών του.

Είχε όμως και ένα ακόμη λόγο να είναι στενοχωρημένη. Σ΄ αυτό το χώρο μαζευόμασταν τα βράδια και διαβάζαμε ή απλώς ξεφυλλίζαμε τα βιβλία και τα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, που ήταν απλωμένα στο τραπέζι: τη μακροβιώτατη “Νέα Εστία” του Πέτρου Χάρη, την “Πνευματική Ζωή” του Μελή Νικολαϊδη, την “Ελληνική Δημιουργία” του Σπύρου Μελά, την περίφημη λόγω της συνεργασίας του Νίκου Καζαντζάκη “Καινούρια Εποχή” του Γιάννη Γουδέλη και τη νεαρή “Επιθεώρηση Τέχνης” της Αριστεράς, που τολμούσε, μέσα στο ζοφό της εποχής, να λέει, πέρα από την ποιότητα των κειμένων της, και ορισμένα άλλα πράγματα. Αυτός ο χώρος δεν θα υπήρχε πια και για πολύ καιρό “αι συγκεντρώσεις πέραν των τριών ατόμων” θα ήταν απαγορευμένες.

Πολλά χρόνια αργότερα, όταν ο έντιμος Αντώνης Γιοβάνης με τη συμπαράσταση του Γιάννη Χαραλάμπους και τη δική μου προσπαθούσε με τις κατάλληλες νομικές ενέργειες και με επιμονή μερμηγκιού να ανασυστήσει τον “Ιωνικό Σύνδεσμο” και να πάρει πίσω το κτίριό του, που στη διάρκεια της δικτατορίας είχε γίνει ταχυδρομείο, θα μαθαίναμε ότι τα βιβλία, αυτή ήταν η επίσημη απάντηση, είχαν διαμοιρασθεί σε στρατιωτικές μονάδες και ότι, επομένως, η επιστροφή τους ήταν ανέφικτη.

Ο “Ιωνικός Σύνδεσμος”, λοιπόν, ήταν ένα καταφύγιο που τη δεκαετία του ΄50, παιδιά του γυμνασίου, και στις αρχές της δεκαετίας του ΄60, φοιτητές οι περισσότεροι, μπορούσαμε να καταφεύγουμε. ΄Αλλη διέξοδος δεν υπήρχε. ΄Ηταν κάθε βράδυ ένα σιωπηρό ραντεβού αυτών που είχαν την “πετριά” να αγαπούν τα βιβλία και που, οι περισσότεροι, φιλοδοξούσαν να γράψουν δικά τους βιβλία.

Πρώτος βιβλιοθηκάριος υπήρξε ο Νίκος Ξανθόπουλος, μαθητευόμενος ηθοποιός τότε, που αγαπούσε (και εξακολουθεί να αγαπά) τα βιβλία, έγραφε στίχους και, πάντως, τίποτε δεν έδειχνε ότι μετ΄ ου πολύ θα γινόταν το “παιδί του λαού” της ηρωϊκής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου. Διάδοχός του ήταν ο Κώστας Φωτάκης, που ήταν και ο μακροβιότερος, φοιτητής της νομικής τότε και μετέπειτα αρχηγός του δικαστικού σώματος των ενόπλων δυνάμεων. ΄Αλλοι βιβλιοθηκάριοι που θυμούμαι ήταν ο Δαμιανός Κοκκινίδης, ο Μπάμπης Θεοδωρίδης, ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου, ο Πέτρος Νικολαϊδης, η ΄Αννα Γέμελου, ο Τέλης Τσιφλάκος (μακρόβιος και αυτός) και για ένα καλοκαίρι εγώ.

Σ΄ αυτή τη φιλόξενη στέγη έγιναν, τότε, κάποιες διαλέξεις και κάποιες άλλες εκδηλώσεις, λειτούργησε κάποια χορωδία με διευθυντή τον Αλέκο Τσίχλη (από την οποία ξεπήδησε και η Μαρία Φαραντούρη) αλλά το σημαντικό δεν ήταν αυτό, το σημαντικό ήταν ότι υπήρχε κάποιος χώρος, όπου μπορούσαμε να καταφεύγουμε, να συναντιώμαστε και διαβάζουμε και μετά, μια μικρότερη παρέα, να οδεύουμε προς το Ηράκλειο και την περίφημη, τότε, οδό Πεύκων.

Η διοίκηση του “Ιωνικού Συνδέσμου” ήταν τα περισσότερα χρόνια εξόχως συντηρητική αλλά, παραδόξως, τα βιβλία που υπήρχαν στη βιβλιοθήκη του ήταν εξόχως προοδευτικά. Ο πρώτος πρόεδρός του, ο αντισυνταγματάρχης Κυρκίδης, δεν έκανε ποτέ έλεγχο στα εισερχόμενα βιβλία. Και αυτό, πολύ περισσότερο, συνεχίσθηκε όταν πρόεδρος έγινε ο Νίκος Μηλιώρης – επιλογή ημών των νεωτέρων, που πρωτοστατήσαμε στην εκλογή του.

Σιγά – σιγά, μέσα από αυτή την παρέα της βιβλιοθήκης, σχηματίσθηκε μια στενότερη παρέα, που την αποτελούσαν ο Δαμιανός Κοκκινίδης, ο μετέπειτα Ληξίαρχος Νέας Ιωνίας και συστηματικός βιβλιογράφος και περισπούδαστος βιβλιοφάγος, ο Τάσος Γαλάτης, ο έξοχος έκτοτε ποιητής, ο Νίκος Γαζέπης, ο έκτοτε σπουδαίος ζωγράφος, και, αργότερα, αρχιτέκτων, ο Γιώργος Χατζόπουλος των μετέπειτα εκδόσεων “ΚΑΛΒΟΣ”, ο Ντίνος Θανόπουλος, μετέπειτα, επί Νέας Δημοκρατίας, νομάρχης, ο σπουδαίος φωτογράφος Νίκος Ντουμάνης και ο γνωστός σκηνοθέτης και συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης. Αυτή η παρέα, που επιζητούσε κάτι περισσότερο από ένα τόπο συναντήσεων, (ίσως την ουσία των πραγμάτων), βρήκε στέγη στο σπίτι του ποιητή Δημήτρη Δούκαρη, στο δρόμο που σήμερα σημαίνεται με το όνομά του.

Ο Δημήτρης Δούκαρης ήταν αξιόλογος ποιητής και είχε, πολύ σημαντικό, ένα ολόκληρο δωμάτιο γεμάτο βιβλία, όπου μπορούσαμε να συναντιώμαστε, να συζητούμε για ποίηση και για φιλοσοφία αλλά και για τα προβλήματα της Αριστεράς, που έκτοτε μας καίγανε. Είχε μόλις αποκαλυφθεί η μυστική έκθεση του Χρουστώφ προς το σημαδιακό 20ο Συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε. και αυτό ήταν ένα από τα μόνιμα θέματα συζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Πάνω απ΄ όλα όμως επίκεντρο των συζητήσεών μας ήταν η ποίηση που, μόνη αυτή – έτσι πιστεύαμε – μπορούσε να συλλάβει και να εκφράσει την ουσία των πραγμάτων.

Στις συζητήσεις αυτές πρωτοστατούσε βέβαια ο Δούκαρης. Είχε τη δική του μόνιμη θέση, μια πολυθρόνα δίπλα σ΄ ένα μικρό τραπεζάκι, που αποτελούσε το γραφείο του, πάνω από το οποίο δέσποζε το πορτραίτο του Λένιν. Αν ζούσε περισσότερα χρόνια ο Λένιν, έλεγε, τα πράγματα δεν θα είχανε πάρει αυτό το δρόμο. ΄Ηταν η εποχή που είχε εκδώσει το “Γυμνό Χώμα”, που είχε θεωρηθεί βιβλίο αιρετικό για τα πράγματα της Αριστεράς.

Σιγά-σιγά αυτές οι συναντήσεις “θεσμοποιήθηκαν” και γινόταν κάθε Σάββατο. Αυτό ο Δούκαρης, που αρεσκόταν στις πομπώδεις εκφράσεις, το ονόμασε “Ακαδημία του Σαββάτου'” και όρισε τον εαυτό του εισηγητή και τον Δαμιανό Κοκκινίδη πρόεδρο της Ακαδημίας, τίτλος που έκτοτε, μεταξύ αστείου και σοβαρού, τον ακολουθεί.

Εκεί, σ΄ αυτές τις συναντήσεις, που αργότερα, χωρίς να αλλάξει ο τίτλος “Ακαδημία του Σαββάτου”, γινόταν την Κυριακή, γνωρίσαμε σπουδαίους ποιητές, όπως τον Τάκη Σινόπουλο, τον ΄Αρη Δικταίο, τον Ιάσονα Ιωαννίδη, τον Λουκά Θεοδωρακόπουλο, τον Βύρωνα Λεοντάρη και τον έξοχο Μιχάλη Κατσαρό.

Από τον Δούκαρη μάθαμε αρκετά πράγματα αλλά κάποια στιγμή και όπως ήταν φυσικό, τον αμφισβητήσαμε και πήρε ο καθένας το δρόμο του. ΄Αλλωστε, κι αυτός πήρε το δικό του για την εξορία της Αφρικής, αφού εδώ, λόγω “κοινωνικών φρονημάτων”, δεν μπορούσε να βρει δουλειά, και τα χρήματα που είχε από την πώληση ενός σπιτιού είχαν εξανεμισθεί.

Μια ακόμη μικρότερη ομάδα που την αποτελούσαν ο Γιώργος Χατζόπουλος, ο Τάσος Γαλάτης, ο Δαμιανός Κοκκινίδης και, νομίζω, ο Ντίνος Θανόπουλος είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε τον Νίκο Μηλιώρη, απόστρατο συνταγματάρχη, γλυκύτατο άνθρωπο, που ήξερε γράμματα και είχε πάρα πολλά βιβλία, και, κυρίως, άνθρωπο ανοιχτό στις άλλες απόψεις, ακόμη και στις μαρξιστικές, που δεν τις συμμεριζόταν. Δούλευε συστηματικά για τη λαογραφία των Βουρλών, της πατρίδας του, και ήξερε και να μιλάει και να ακούει. Δίπλα του η κυρία Ρίτα, η γυναίκα του, ήταν το άκρως αντίθετο. Φανατική αντικομμουνίστρια, θυελλώδης στις συζητήσεις της, παρενέβαινε κάθε τόσο και “έβαζε τα πράγματα στη θέση τους”. Ο κύριος Νίκος όμως σύντομα τα ξαναγύριζε εκεί που όλοι θέλαμε, στα “μεγάλα πράγματα της ζωής” αλλά και στα “ταπεινά” της συνοικίας μας.

Παλιότερα στο σπίτι τους, γωνία Ικαρίας και Μένου Φιλήντα, σύχναζαν ο ΄Αγγελος Σημηριώτης, ο Μένος Φιλήντας, ο Φώτης Κόντογλου και άλλοι σπουδαίοι λόγιοι.

Τώρα συχνάζαμε εμείς, νεαροί φοιτητές, που θέλαμε να γίνουμε πιο σημαντικοί από αυτούς. Αυτοί νοιάζονταν για τη μοίρα του ελληνισμού του καθημαγμένου από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Εμάς μας απασχολούσε η μοίρα της πατρίδας μας της καθημαγμένης από τον Εμφύλιο και τη μετεμφυλιακή τρομοκρατία. Ο Νίκος Μηλιώρης μιλούσε για τον “Επαναστατημένο ΄Ανθρωπο” του Αλβέρτου Καμύ, που ήταν τότε της μόδας, γιατί ο συγγραφέας του είχε μόλις τιμηθεί με το Νόμπελ της λογοτεχνίας. Ο Γιώργος Χατζόπουλος και πιο σιγά εγώ μιλούσαμε για την “Καθολική Επανάσταση”. Οι άλλοι σ΄ αυτά τα θέματα σωπαίνανε. Και μονίμως η κυρία Ρίτα παρενέβαινε και “έβαζε τα πράγματα στη θέση τους”.

– Τι έμεινε από όλα αυτά;

– Η νοσταλγία.

– Τι έκανε ο καθένας;

– Ας ρωτήσει τον εαυτό του.

Σαν υστερόγραφο σημειώνω πως ύστερα από πολλά χρόνια, όταν ο Νίκος Μηλιώρης δεν ζούσε πια, πρότεινα στο Δημοτικό Συμβούλιο να ονομασθεί ένας δρόμος με το όνομά του. Και το Δημοτικό Συμβούλιο το δέχθηκε. Η κυρία Ρίτα ζούσε ακόμη και έσπευσε να με ευχαριστήσει. Θα έλθω μια μέρα να τα πούμε, της είπα. ΄Ολο το ίδιο λες, μου απάντησε, δεν σε πιστεύω. Και είχε δίκιο. ΄Εφυγε από την εγκόσμια λύπη χωρίς “να τα πούμε”.

Κάντε ένα σχόλιο

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ